Οι αιτίες της υπογονιμότητας
Με τον όρο υπογονιμότητα ορίζουμε την αδυναμία ενός ζευγαριού να επιτύχει σύλληψη-η οποία θα οδηγήσει σε επιτυχή γέννηση- μετά από τακτικές σεξουαλικές επαφές τουλάχιστον ενός έτους. Η υπογονιμότητα χωρίζεται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή ανάλογα με το αν υπήρξε στο παρελθόν προηγούμενη εγκυμοσύνη ή όχι. Καθώς η πιθανότητα επιτυχούς κύησης για ένα γόνιμο ζευγάρι χωρίς ιστορικό προβλημάτων είναι περίπου 25% ανά έμμηνο κύκλο, είναι σημαντικό οι μελλοντικοί γονείς να γνωρίζουν τους παράγοντες που αυξάνουν την γονιμότητα
Η υπογονιμότητα μπορεί να οφείλεται σε:
- Διαταραχές της ωοθυλακιορηξίας (15-20%)
- Ανωμαλίες του τραχήλου της μήτρας (10%)
- Διαταραχές από τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες (30%)
- Διαταραχές της μήτρας και του ενδομητρίου (5%)
- Διαταραχές του αντρικού σπέρματος (30-50%)
- Σε ποσοστό 10-20% παρά τον σχολαστικό έλεγχο δεν ανευρίσκεται κάποιο αίτιο (ανεξήγητη υπογονιμότητα)
Για την διερεύνηση της υπογονιμότητας συστήνονται αιματολογικές εξετάσεις, υπερηχογράφημα μήτρας και ωοθηκών, υστεροσαλπιγγογραφία, διαγνωστική λαπαροσκόπηση για την γυναίκα και σπερμοδιάγραμμα για τον άντρα.
Ανάλογα με τα ευρήματα συστήνεται φαρμακευτική αγωγή ή κάποια μέθοδος υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (πρόκληση ωοθυλακιορηξίας, ενδομητρική σπερματέγχυση IUI, εξωσωματική γονιμοποίηση IVF κ.λ.π.) με πολύ καλά τις περισσότερες φορές αποτελέσματα.